tromaktiko: Η λίστα ταμπού

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2012

Η λίστα ταμπού



Γράφει ο Οδυσσέας Τσαγκαράκης, Ομότιμος καθηγητής κλασικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και συγγραφέας
Με αφορμή το σάλο και τα πρώτα θύματα που έχει προκαλέσει η περιβόητη λίστα Λαγκάρντ θα περίμενε κανείς ότι θα γινόταν λόγος και για μια άλλη λίστα που κυκλοφορεί ανενόχλητη σαν ιερή αγελάδα ή μίασμα. Μπροστά της η άλλη είναι παρωνυχίδα που πρέπει ωστόσο να διερευνηθεί εφόσον περιέχει ονόματα Ελλήνων καταθετών στην Ελβετία. Ως ψηφοφόροι και φορολογούμενοι δικαιούμαστε να ξέρουμε ποιος ή ποιοι ευθύνονται για τους κυβερνητικούς χειρισμούς που βλάπτουν επί δυο χρόνια το δημόσιο συμφέρον (η λίστα διαβιβάστηκε στην ελληνική κυβέρνηση το 2010 μέσω διπλωματικής αλληλογραφίας και παραλήφθηκε κανονικά από τον υπουργό των Οικονομικών).

Η εν λόγω λίστα είναι νόμιμη, υπαρκτή, δημοσιοποιήθηκε από το Υπουργείο Οικονομικών στις 23/1/2012, και περιλαμβάνει 4.152 ονόματα μεγαλοφειλετών με βεβαιωμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 14 δισ. 857 εκ. ευρώ. Ουδείς (πολιτικός, δημοσιογράφος ή «παραθυράνθρωπος»), ενδιαφέρεται (ούτε ενδιαφέρθηκε ποτέ) για μια λίστα με πακτωλό χρημάτων ενώ οι πάντες ολοφύρονται και ωρύονται για τα εξοντωτικά μέτρα που παίρνει μια άτολμη κυβέρνηση δέσμια οικονομικών συμφερόντων έχοντας απέναντί της μια εξίσου δέσμια και άτολμη αντιπολίτευση που αρκείται και εξαντλείται σε δημαγωγική ρητορική, εθνικές και εθνικιστικές εξάρσεις ή μηρυκάζει ξεπερασμένες θέσεις και αντιλήψεις.

Την κύρια ευθύνη για τη μη αξιοποίηση τής λίστας των μεγαλοφειλετών φέρει βέβαια η κυβέρνηση. Προς τιμήν του, πρώην υφυπουργός των Οικονομικών ομολόγησε ευθαρσώς, από το βήμα της Βουλής (21/01/2011), «Και όντως υπήρξε κατά καιρούς έλλειψη πολιτικής βούλησης προκειμένου να εισπραχθούν αυτά τα ανείσπραχτα χρέη». Η δυστυχία είναι ότι εξακολουθεί να υπάρχει η έλλειψη πολιτικής βούλησης και με νέα (τρικομματική) κυβέρνηση στο τιμόνι, παρόλο που σήμερα συμπολίτες μας λιμοκτονούν και σπρώχνονται καθημερινά στην αυτοκτονία. Οι Ρωμαίοι, δάσκαλοι της διαπλοκής και της συναλλαγής, δήλωναν με αφοπλιστική ειλικρίνεια, αλλά και με αρκετή δόση κυνισμού, «do ut des», δηλ. «δίνω για να δίνεις», ό, τι αποκαλύπτει διαχρονικά το πολιτικό και οικονομικό αλισβερίσι.

Δεν ευθύνεται όμως μόνο η κυβέρνηση για τη μη αξιοποίηση της λίστας αλλά και σύσσωμη η αντιπολίτευση. Κανένα κόμμα, παλιό ή καινούριο, δεν τόλμησε και δεν τολμά να θέσει θέμα για τη λίστα αυτή, να ζητήσει έστω ενημέρωση για την είσπραξη ή μη είσπραξη των οφειλών, γιατί απλούστατα χρειάζονται να έχουν πλάτες όλα τα κόμματα για να επιβιώσουν και ενδεχομένως να επικρατήσουν μέσα στο Κολοσσαίο της πολιτικής. Έτσι λοιπόν την ώρα που οι ψηφοφόροι τους δεν έχουν φάρμακα, ξεσπιτώνονται, στήνονται στην ουρά για ένα πιάτο φαγητό και υποφέρουν εκείνοι καμώνονται πως ενδιαφέρονται (και περισσεύουν τα κροκοδείλια δάκρυα) γι αυτούς αλλά στην πραγματικότητα ενδιαφέρονται μόνο για το κομματικό τους συμφέρον και δεν εννοούν να χαλάσουν το πάρτι των προνομιούχων.

Ευθύνη όμως έχουν και οι άνθρωποι των ΜΜΕ (εθνικής εμβέλειας) και ιδιαίτερα της τηλεόρασης. Ακούσαμε ποτέ να γίνεται αναφορά στην εν λόγω λίστα σε κάποια από τις ενημερωτικές εκπομπές ή στα δελτία ειδήσεων; Όλοι τηρούν «σιγή ιχθύος» (με άνωθεν εντολές, φυσικά). Αν οι εργοδότες τους δεν προστατεύουν τα προσωπικά τους συμφέροντα, προστατεύουν άλλων (πολιτικών, συγγενών, φίλων, παρατρεχάμενων). Άρα η λίστα είναι «μη μου άπτου» για δημοσιογράφους που είναι στη μισθοδοσία τους. Αν παρασπονδήσουν ή υπερβούν τα εσκαμμένα κάηκαν. Έτσι προτιμούν να σκιαμαχούν, να κοκορομαχούν ή να καταπιάνονται με άκακα θεματάκια.

Και οι φορολογούμενοι - ψηφοφόροι δεν είναι λιγότερο υπεύθυνοι τη στιγμή μάλιστα που εξ αιτίας και της μη είσπραξης των μεγαλοφειλών ζημιώνονται οι ίδιοι αφού η κυβέρνηση όχι μόνο κουτσουρεύει μισθούς και συντάξεις αλλά καταργεί ακόμη και επιδόματα νεφροπαθών για να εξοικονομήσει τα χρήματα που δεν εισπράττει από τους μεγαλοφειλέτες (ενώ παράλληλα εξοντώνει το μικροφειλέτη και το μικροπαραβάτη με πρόστιμα, κατασχέσεις ή φυλάκιση). Πόσοι από εμάς μίλησαν με βουλευτές για το θέμα αυτό στο καφενείο ή στο γραφείο τους; Πόσοι επεδίωξαν να συναντήσουν το βουλευτή τους ή έστω να του τηλεφωνήσουν (πέρα από το να ζητήσουν κάποιο ρουσφετάκι); Ή μήπως του έστειλαν κάποιο e-mail και δεν απάντησε; Ίσως και να διαπίστωσαν κάποιοι ότι ειδικά στην περίπτωση αυτή επαληθεύεται η παροιμία «στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα». Αν όμως αντί να χτυπάς σπάσεις την πόρτα ο κουφός θα πάρει χαμπάρι. Ύστερα έρχεται και η ώρα της κάλπης.

Ας αναρωτηθούμε λοιπόν (χωρίς τη στοχαστική διάθεση τού πλατωνικού «ποι δη και πόθεν») πού πηγαίνουμε και τί μπορούμε να ελπίζουμε. Οι κοινοβουλευτικοί μας εκπρόσωποι (όλων των κομμάτων) δεν έχουν τα κότσια να ορθώσουν ανάστημα και να γκρεμίσουν επιτέλους τα τείχη προστασίας των οικονομικά ισχυρών (που χτίστηκαν με την ανοχή αν όχι τη σύμπραξή τους), δηλ. να ξηλώσουν μια για πάντα τους μηχανισμούς προστασίας των μεγαλοφειλετών και μεγαλοφοροφυγάδων που στέλνουν καθημερινά στο Άουσβιτς των μνημονίων εκατοντάδες χιλιάδες ανήμπορους και αθώους συμπολίτες.

Έχουν δε και το απύθμενο θράσος να μιλούν για οικονομική υποδούλωση της χώρας και απώλεια εθνικής κυριαρχίας εκείνοι που διαχρονικά, είτε ως συγκυβερνώντες είτε ως αντιπολιτευόμενοι, συνέβαλαν στο να οδηγηθεί η χώρα στα μνημόνια του εξευτελισμού με την προσωπική και κομματική τους εξάρτηση από οικονομικά συμφέροντα (όπως αποδεικνύει περίτρανα και η σημερινή τους στάση απέναντι στη λίστα των μεγαλοφειλετών). Πρώτα θα αποτινάξουν το ζυγό της δικής τους οικονομικής υποτέλειας, παίρνοντας επώδυνες αποφάσεις στη Βουλή, και μετά θα μιλούν για εθνική ανεξαρτησία και άλλα παρόμοια ηχηρά. Οι ψηφοφόροι τους δεν είναι κάφροι.



     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!