tromaktiko: Peterson Institute: Τα οφέλη από το δώρο της ΕΚΤ

Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

Peterson Institute: Τα οφέλη από το δώρο της ΕΚΤ



Η πολυαναμενόμενη έναρξη του προγράμματος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για την ποσοτική χαλάρωση (την αγορά ομολόγων) και η επακόλουθη κατάρρευση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων σε... ολόκληρη την ευρωζώνη και πέραν αυτής παρέχουν ευελιξία στους υπουργούς Οικονομικών και Οικονομίας για το τρέχον οικονομικό έτος και για το επόμενο. Από το περασμένο καλοκαίρι, όταν οι προϋπολογισμοί βρίσκονταν στο στάδιο της προετοιμασίας, οι αποδόσεις των ομολόγων είχαν μειωθεί κατά 100 μονάδες βάσης.

Η εξοικονόμηση πόρων που προέκυψε στον προϋπολογισμό ήταν σημαντική, δεδομένου ότι οι περισσότερες οικονομίες της ζώνης του ευρώ έχουν δημόσιο χρέος πάνω από το 75% του ΑΕΠ. Η εξοικονόμηση θα είναι ιδιαίτερα μεγάλη για τις χώρες που πρέπει να αναχρηματοδοτήσουν μεγάλο μέρος του χρέους για τα επόμενα δύο χρόνια ή που κατέχουν ένα σημαντικό μερίδιο ομολόγων κυμαινόμενου επιτοκίου. Η Ιταλία, για παράδειγμα, θα μπορούσε να διασώσει 0,5% του ετήσιου ΑΕΠ του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους και ακόμα περισσότερο, αν εξακολουθήσουν να υφίστανται τα χαμηλά επιτόκια, όπως φαίνεται πιθανό.

Πώς θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν οι υπουργοί το απροσδόκητο γεγονός και ελλοχεύει ο κίνδυνος να χαθεί (σπαταληθεί) αυτή η ευκαιρία; Πώς δικαιολογούνται οι ανησυχίες ορισμένων μελών του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, ότι η μειωμένη πίεση στην αγορά θα επιφέρει την αναβολή των μεταρρυθμίσεων εκ μέρους των κυβερνήσεων;

Οι ενέργειες της ΕΚΤ έχουν ως στόχο να φέρουν την Ευρώπη από το χείλος του αποπληθωρισμού στη σταδιακή επιστροφή του πληθωρισμού στο επίπεδο-στόχο του 2%. Τα κύρια οφέλη για τη δημοσιονομική κατάσταση θα προέλθουν από την ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη. Τα χαμηλά επιτόκια θα διευκολύνουν την ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων και τη μετατόπιση χαρτοφυλακίων προς πιο ριψοκίνδυνες κινήσεις.

Ενας υψηλότερος ρυθμός αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ θα έχει την τάση να μειώσει την αναλογία χρέους προς το ΑΕΠ. Οσο οι οικονομίες θα ανακτούν τις δυνάμεις τους, το ίδιο θα γίνεται με τα φορολογικά έσοδα, μειώνοντας τα δημοσιονομικά ελλείμματα.

Ωστόσο, παραμένει αβέβαιο το θέμα της μεγαλύτερης ανάπτυξης, και ενδεχομένως να χρειαστεί μερικά τρίμηνα για να πραγματοποιηθεί. Αντίθετα, οι εξοικονομήσεις που προκύπτουν από τη μείωση των επιτοκίων είναι ήδη αισθητές.

Τόσο το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (το οποίο προβλέπει ένα 3% ως ανώτατο όριο του δημοσιονομικού ελλείμματος προς το ΑΕΠ) όσο και οι εσωτερικοί δημοσιονομικοί κανόνες των χωρών (π.χ. οι συνταγματικοί κανόνες για τη διαρθρωτική δημοσιονομική ισορροπία του οικονομικού κύκλου) βασίζονται στο συνολικό δημοσιονομικό ισοζύγιο, όχι το πρωτογενές ισοζύγιο (από το οποίο εξαιρούνται τα επιτόκια).

Ετσι, οι περισσότεροι υπουργοί Οικονομικών πρέπει να αποφασίσουν αν θα αξιοποιήσουν τα αναπάντεχα κέρδη για να μειώσουν το χρέος ή αν θα επιτρέψουν περαιτέρω δαπάνες ή μειώσεις φόρων. Η απόφαση θα υπαγορευτεί από τις συνθήκες που επικρατούν σε κάθε χώρα.

Η Γαλλία και η Ισπανία βρίσκονται στη διαδικασία επεξεργασίας του υπερβολικού ελλείμματος -βάσει του Συμφώνου Σταθερότητας- και σε τέτοιες περιπτώσεις το μεγαλύτερο μέρος των απροσδόκητων κερδών θα πρέπει να διατεθεί για τη μείωση του ελλείμματος. Η Ιταλία και η Γερμανία έχουν μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων.

Η Ιταλία, η οποία εξακολουθεί να υστερεί σε ανάπτυξη, είναι υπερχρεωμένη και χρησιμοποιεί την περιορισμένη ευελιξία που παρέχεται από το Σύμφωνο Σταθερότητας, προκειμένου να αποφύγει την υπερβολική δημοσιονομική εξυγίανση, κάτι που παρεμπόδιζε την ανάκαμψή της.

Ως μάννα εξ ουρανού θα πρέπει να φαίνονται οι υψηλές προβλεπόμενες εξοικονομήσεις για τον υπουργό Οικονομικών της χώρας, Πιερ Κάρλο Παντοάν. Θα χρειαστεί να αντισταθεί στις πιέσεις για γενικευμένες δαπάνες.

Αντί αυτού, θα πρέπει να διαθέσει τα κέρδη (Ι) για τη μείωση του χρέους, (ΙΙ) για τη μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης για τους νέους, με στόχο τον περιορισμό της ανεργίας των νέων, της πιο πιεστικής κοινωνικής και οικονομικής πρόκλησης που αντιμετωπίζει η Ιταλία, και (ΙΙΙ) για τη στήριξη των εργαζομένων που μπορεί να χάσουν την εργασία τους ως αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας ή αλλού.

Η κυβέρνηση θα πρέπει επίσης να συγκεκριμενοποιήσει τις διάφορες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις της, ξεκινώντας με το κλείσιμο ή την ιδιωτικοποίηση κρατικών εταιριών που βάσει της αναθεώρησης δαπανών δεν κρίνονται πως εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον. Με τον τρόπο αυτό, η Ιταλία θα αποδείκνυε πως η ανακούφιση που φέρνει η ποσοτική χαλάρωση χρησιμοποιείται με σύνεση προκειμένου να προωθηθούν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.

Η δημοσιονομική κατάσταση, αντίθετα, της Γερμανίας είναι αξιοζήλευτη, έχοντας ισοσκελισμένο προϋπολογισμό και αναλογία χρέους προς ΑΕΠ που μειώνεται. Παρά το γεγονός ότι η δημοσιονομική εξοικονόμηση από τα χαμηλότερα επιτόκια είναι πιο περιορισμένη, αφού οι ροές αναχρηματοδότησης είναι μικρές, ο προϋπολογισμός της Γερμανίας άφηνε περιθώρια για δημοσιονομική τόνωση ήδη πριν από την ποσοτική χαλάρωση. Παρά την αδύναμη ανάπτυξη (και τις εκκλήσεις, μεταξύ άλλων, από τις Ηνωμένες Πολιτείες, για επιπρόσθετες δημόσιες επενδύσεις), η Γερμανία έχει επιτύχει το στόχο της για ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, επικαλούμενη την ανάγκη να προετοιμαστεί για τη γήρανση του πληθυσμού.

Σε ό,τι αφορά τα επιτόκια καταθέσεων, η Γερμανία θα μπορούσε κάλλιστα να καταλήξει με δημοσιονομικό πλεόνασμα, κάτι που ίσως είναι δύσκολο να υπερασπιστεί ενώπιον του γερμανικού λαού. Η Γερμανία θα πρέπει να αντιδράσει, εξετάζοντας αύξηση των δημόσιων επενδύσεων και δημοσιονομικά μέτρα για την τόνωση των ιδιωτικών επενδύσεων, των οποίων η μείωση τα τελευταία χρόνια έχει συμβάλει στο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της χώρας.

Η βασική αρχή είναι η ίδια για όλες τις χώρες: Τα απροσδόκητα κέρδη από το πρόγραμμα της ΕΚΤ θα πρέπει να αξιοποιηθούν με τρόπο λογικό. Για την Ιταλία αυτό σημαίνει μείωση του δημόσιου χρέους, περιορισμό των απωλειών σε ανθρώπινο κεφάλαιο και βελτίωση της δομής του κράτους. Για τη Γερμανία σημαίνει αύξηση της συσσώρευσης φυσικού κεφαλαίου. Δράττοντας την ευκαιρία, θα αποδείκνυε κανείς πως το δώρο της ΕΚΤ έχει χρησιμοποιηθεί με σύνεση.

     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!